"Όσο αυξάνεται η γνώση μειώνεται το εγώ, ενώ όσο μειώνεται η γνώση αυξάνεται το εγώ!"

25 Ιουλ 2014

Η Παιδεία μας είναι 200 χρόνια πίσω

Του Άγη Βερούτη, από το  capital.gr.

Η Παιδεία μας τιμωρεί την κριτική σκέψη και προκρίνει την απομνημόνευση, όταν με το google τα βρίσκεις όλα σε 1".

Όπως έχει διαμορφωθεί και ασκείται από την πολιτεία σήμερα, η παιδεία παράγει τα υλικά με τα οποία χτίζεται το κομματικό κράτος.

Σκοπός της δεν είναι να παράγει μορφωμένους ανθρώπους, αλλά ανθρωπάκια, πειθήνια και με απουσία κάθε κριτικής σκέψης, που στόχο να έχουν ήδη από τα 16 τους να σπουδάσουν, να μπουν στην επετηρίδα, να διοριστούν στο δημόσιο και να περιμένουν υπομονετικά ώσπου στα πενηντα-και-κάτι να βγουν στη σύνταξη για να ξεκινήσουν να ζουν.

Σκοπός της σημερινής μας παιδείας μας είναι να παράγει γέρους!


Έχοντας ήδη διανύσει το ένα έβδομο του 21ου αιώνα, η παιδεία στη χώρα μας μοιάζει με αναχρονισμό από κάποιο καφκικό διήγημα, παρά το γεγονός ότι απασχολούνται σε αυτήν περισσότεροι δάσκαλοι ανά μαθητή από όσους απασχολούνται στην Φινλανδία που έχει το καλύτερο σύστημα παιδείας στον κόσμο!


Οι έφηβοί μας στιβάζονται ομαδόν για 7 ώρες την ημέρα υποχρεωτικά, μέσα σε δωμάτια (δήθεν “τάξεις”) με ανθρώπους που παριστάνουν τους δασκάλους, αλλά στην πραγματικότητα είναι βαριεστημένοι δημόσιοι υπάλληλοι που περιμένουν εναγωνίως τη συνταξιοδότησή τους, για να αρχίσουν δήθεν να ζουν ως άνθρωποι.

Μόλις ολοκληρωθεί ημερησίως η παραπάνω υποχρεωτική παρουσία τους (με ποινή αποκλεισμού από την εκπαίδευση), οι έφηβοί μας φεύγουν τρέχοντας για να σχηματίσουν νέες αγέλες σε διαφορετικές “τάξεις”, όπου μαυραγορίτες της γνώσης τους πωλούν την οργανωμένη και συστηματοποιημένη αποστήθιση της “διδακτέας ύλης” που ορίζει το Υπουργείο Παιδείας, αλλά ποτέ δεν θα τους διδάξουν οι δάσκαλοί τους.

Για να αγοράσουν αυτή τη γνώση στη μαύρη αγορά, οι γονείς τους καταθέτουν ένα βασικό μισθό μηνιαίως, και στερούνται βασικές ανάγκες τους στο όνομα του να δώσουν στο παιδί τους μια ευκαιρία να γίνει ακόμα ένα τούβλο του κομματικοκρατικού οικοδομήματος που λέγεται σήμερα ελληνικό κράτος.

Η τελική εξέταση, για την καταλληλότητα των εφήβων να περάσουν στην επόμενη βαθμίδα της δήθεν “ανώτατης” εκπαίδευσης, γίνεται επί ερωτημάτων που ή δεν έχουν διδαχθεί σχεδόν σε κανένα σχολείο της επικράτειας (σίγουρα όχι στο βάθος που ζητούν οι εξεταστές) ή απαιτεί αποστήθιση κατεβατών κειμένων, ως οι έφηβοι να ήταν ηθοποιοί που δίνουν παραστάσεις σε ξένη γλώσσα, άγνωστη σε αυτούς.

Η βαθμολόγηση ευνοεί την πειθήνια υποταγή σε κανόνες που καμιά σχέση δεν έχουν με την επιστήμη, τη γνώση, την διερευνητικότητα του πνεύματος, τη νεωτερικότητα, την αμφισβήτιση των αυθεντιών που επέτρεψε στην ανθρωπότητα να προοδεύσει.

Αντίθετα, τα ατίθασα πνεύματα ψαλιδίζονται και στιβάζονται σε σχολές πολύ διαφορετικές από την αρχική επιλογή τους. Έτσι, για να ξαναπεράσουν άλλη μια φορά τις ίδιες δοκιμασίες από νεποτιστικά διορισμένους “καθηγητές” πλέον, που πλαγιαρίζουν και αγοράζουν ακριβά ιταλικά αυτοκίνητα με τα λεφτά του ανώτατου ιδρύματος.

Οι καθηγητές κάνουν τα παραπάνω χαίροντας ασυλίας για τυχόν παράνομες πράξεις τους, και ταλαιπωρώντας το ποίμνιο με τις ασυναρτησίες που γράφουν στα ανέκδοτα “συγγράμματά” τους από τα οποία γίνεται η διδασκαλία, και διαρρέοντας τα θέματα των εξετάσεών τους στις οργανωμένες κομματικές νεολαίες, με αντάλλαγμα ψήφους για τις θέσεις κλειδιά του πανεπιστημίου, ή απλά ως δείγμα κομματικής καμαρίλας για να ευνοηθούν στον επόμενο κομματικό διορισμό σε κάποια αργόμισθη “θέση τρόπαιο”.

Οι πτυχιούχοι που παράγει αυτό το αρρωστημένο σύστημα είναι πνευματικοί ευνούχοι, οι πιο πειθήνιοι εξ αυτών έτοιμοι να χρησιμοποιηθούν ως τούβλα στην επόμενη φάση χτισίματος του κομματικοκρατικού κράτους.

Είναι βέβαιο ότι σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης υπάρχουν ρομαντικοί, είναι όμως τόσο λίγοι που είναι αδύνατον να επηρρεάσουν την πορεία του όλου.

Το σύστημα εκπαίδευσής μας αδυνατεί να δημιουργήσει προϋποθέσεις ένταξης των νέων στην αγορά εργασίας (πλην του δημοσίου), και αδυνατεί να παράγει την νεωτερικότητα στην έρευνα και στην επιχειρηματικότητα που θα φέρουν την Ελλάδα στο ίδιο επίπεδο με τις προηγμένες χώρες του 21ου αιώνα. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η Ελλάδα έχει το μεγαλύτερο ποσοστό φοιτητών-μεταναστών στον κόσμο, όπως δεν είναι τυχαίο ότι έχει τη μεγαλύτερη διαφθορά στην ευρώπη και την υψηλότερη οικονομική ανελευθερία του δυτικού κόσμου. Αυτά πηγάζουν από την παιδεία μας, που ουσιαστικά είναι παιδεία ανοχής και καμαρίλας.

Παρόλα αυτά, ένας απόφοιτος του πολυτεχνείου της Ζυρίχης, που είναι αν όχι το καλύτερο, στα 10 καλύτερα στον κόσμο, με 3-4 χρόνια πτυχίο και 1 χρόνο μεταπτυχιακό, δηλαδή σύνολο 4-5 έτη σπουδές, θεωρείται από το ελληνικό κράτος ότι έχει υποδεέστερες σπουδές από εκείνες ενός αποφοίτου οποιουδήποτε ελληνικού πανεπιστημίου με 5 χρόνια πτυχίο και 2 χρόνια μεταπτυχιακό. Αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι το συγκεκριμένο ελληνικό πανεπιστήμιο μπορεί να μην εμφανίζεται καν στην ίδια παγκόσμια λίστα με τα 500 καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου.

Η αυτοϊκανοποίηση του ελληνικού συστήματος παιδείας ξεπερνά τη νομιμοποίηση της παράνοιας. Ακόμα και το σύστημα International Baccalaureate (IB) που λειτουργούν τα δημόσια λύκεια στην Ευρώπη, το προσφέρουν μόνο ιδιωτικά σχολεία στην Ελλάδα.

Ο μόνος τρόπος για να ξαναποκτήσουμε αξιόλογη παιδεία είναι να την ξαναχτίσουμε από την αρχή, χρησιμοποιώντας τις δοκιμασμένες μεθόδους που έχουν βρει άλλοι πριν από εμάς, και τα πρότυπα που ευνοούν την κριτική σκέψη των μαθητών, τη δημιουργικότητα, τα ειδικά ενδιαφέροντα του καθενός, την αμφισβήτηση, την νεωτερικότητα, την πρόοδο, και τους αληθινούς δασκάλους με μεράκι.

Ως τότε, θα παράγουμε τούβλα, για το χτίσιμο του κομματικού κράτους που μας έφερε την χρεοκοπία.

13 Ιουλ 2014

Κυβερνήσεις καθηγητών και ανεπάγγελτων πολιτικών

Του Θοδωρή Καλούδη, από 7 ημέρες
Θα ήθελα αφετηριακά να κάνω μία δήλωση: Δεν έχω κανένα πρόβλημα με τους καθηγητές Πανεπιστημίου. Αντίθετα, σέβομαι και εκτιμώ τη συμβολή τους στην Παιδεία της χώρας, σε αντίξοες οικονομικές και εκπαιδευτικές συνθήκες και – πολλές φορές – σε κλίμα χουλιγκανισμού στις Σχολές.
Ωστόσο, έχω σοβαρές αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητά τους, όταν καλούνται να διαχειριστούν, από κυβερνητικές και υψηλόβαθμες διοικητικές θέσεις, κρίσιμα θέματα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής και κυρίως ό,τι αφορά στη λειτουργία της Αγοράς.
Και αυτό για ένα ουσιαστικό λόγο: ´Έχοντας ακολουθήσει μία ακαδημαϊκή διαδρομή σε ένα “αποστειρωμένο” θεωρητικό περιβάλλον, πολύ λίγα πράγματα αντιλαμβάνονται από τις πραγματικές συνθήκες της Αγοράς, από το πως πραγματικά κινείται το χρήμα, από τις συνέπειες δράσεων και νομοθετημάτων τους στις επιχειρήσεις και εργαζόμενους. ´
´Άνθρωποι που δεν έχουν ανεβάσει το πρωί τα ρολά ενός μαγαζιού, δεν έχουν διοικήσει ούτε περίπτερο, δεν έχουν κόψει μια επιταγή, δεν έχουν βιώσει το καμίνι των συναλλαγών, δεν αντιλαμβάνονται από το τι διαμορφώνει τα πραγματικά κοστολόγια, τι οδηγεί σε κέρδη ή ζημίες, δεν έχουν υποστεί το γολγοθά των σχέσεων με το δημόσιο, δεν έχουν περάσει την πόρτα της εφορίας – άνθρωποι καλοπροαίρετοι μεν, πλην επιχειρησιακά άσχετοι – δεν μπορούν να καθορίζουν τις τύχες μας, γιατί απλά, όσα γνωρίζουν, τα γνωρίζουν από το κλειστό θεωρητικό περιβάλλον του ακαδημαϊκού πρυτανείου ή, στην καλύτερη περίπτωση, από τη θητεία τους σε μακροοικονομικού χαρακτήρα διεθνείς οργανισμούς και κέντρα μελετών.
Αναπόφευκτα, δουλεύουν με “μοντέλα” και δόγματα, χρήσιμα για το σχεδιασμό μακροπρόθεσμων πολιτικών, χρήσιμα για θεωρητική συμβουλευτική συμβολή στη διακυβέρνηση, αλλά παντελώς άχρηστα για την εφαρμογή τους σε πραγματικές συνθήκες. Εδώ χρειάζεται η γνώση ή έστω η αίσθηση των πραγμάτων. Η αντίληψη του μάνατζερ που θα λογοδοτήσει για τα αποτελέσματα που θα φέρει. (Φανταστείτε έναν στρατηγό-επιτελάρχη σε πόλεμο που δεν έχει διοικήσει ούτε λόχο, δεν έχει ρίξει μια σφαίρα…και που αν χάσει τη μάχη, απλώς θα αντικατασταθεί από κάποιον όμοιό του)
Αν στα παραπάνω προσθέσουμε και το καθεστώς της ατάλαντης γραφειοκρατίας, τις αγκυλώσεις των διοικητικών παραγόντων του δημοσίου, αλλά και τις ορδές των πολυπράγμονων “συμβούλων” -συνήθως “δικά μας παιδιά” από τον κομματικό σωλήνα- τότε έχουμε τη συνταγή της αποτυχίας.
Είναι τυχαίο που ο αμερικανός πρόεδρος συνήθως επιλέγει έμπειρα και επιτυχημένα στελέχη της Αγοράς για να συγκροτήσει το επιτελείο της διοίκησής του; Είναι τυχαίο που οι πλέον επιτυχημένες κυβερνήσεις στον Δυτικό κόσμο λειτουργούν ως καλοκουρδισμένη επιχείρηση;
Εδώ κινούμαστε στους αστερισμούς των “καθηγητών”. ´Ίσως γιατί συνήθως έχουν, ως μορφωμένοι άνθρωποι, την έξωθεν καλή μαρτυρία. Και γιατί πράγματι αποτελούν την καλύτερη δυνατή λύση σε ´ένα περιβάλλον ανεπάγγελτων κυβερνητικών στελεχών ποικιλόχρωμων κομματικών στρατών.

4 Ιουλ 2014

Αριστερός και λαϊκιστικός ολοκληρωτισμός

Του Παύλου Αθανασόπουλου, από τη μεταρρύθμιση


Δυστυχώς η Δημοκρατία στην χώρα μας δεν κινδυνεύει μόνο από την ναζιστική Χρυσή Αυγή. Και η ανοικτή κοινωνία δέχεται επίθεση από πολλές πλευρές. Το να λες ελεύθερα την γνώμη σου σήμερα προϋποθέτει ανάληψη ρίσκου. Το άκρο δεν είναι ένα, όπως μανιωδώς επιχειρεί να μας επιβάλει με ιδεολογική τρομοκρατία ο ΣΥΡΙΖΑ. Τα άκρα είναι πολλά και θέτουν όλα μαζί σε δοκιμασία την κοινωνία.

Η επίθεση κατά του Νίκου Μαραντζίδη έδειξε πόσο ζωντανός είναι ο σταλινικός ολοκληρωτισμός ότι η Αριστερά έχει πάντα δίκιο και ότι κάθε γνώμη εναντίον της είναι έγκλημα. Ταυτόχρονα είναι έκφραση ενός κλίματος συμβολικού εμφύλιου πολέμου και μη ανοχής της διαφορετικής άποψης που επέβαλε το αντιμνημονιακό μπλοκ.

Όποιος έχει διαφορετική άποψη από την δική τους ψεκασμένη είναι πράκτορας συμφερόντων και ξένων δυνάμεων, άρα και η φυσική του εξόντωση νομιμοποιείται.

Την ίδια ώρα στο Πολυτεχνείο 28 διοικητικοί υπάλληλοι αποφασίζουν να κλείσουν το ίδρυμα και να οδηγήσουν στην απώλεια του εξαμήνου δεκάδες χιλιάδες φοιτητές και στην απόγνωση τις οικογένειες τους. Και την απόφαση ανέλαβε να υλοποιήσει μια μικρή ομάδα φοιτητών με νοοτροπία εσατζήδων.

Το θέαμα φοιτητών που για να πουν την άποψη τους έπρεπε να κρύβουν τα πρόσωπα τους και να αλλοιώνουν την φωνή τους, με συγκλόνισε. Μου θύμισε τα χρόνια της χούντας όταν με τέτοιο τρόπο μιλούσαμε σε ξένα κανάλια η φωτογραφιζόμαστε για ξένα έντυπα.

Αλλά το χειρότερο είναι η ομηρία που έχουν θέσει την χώρα οι συνδικαλιστές της ΔΕΗ και από πίσω τους ο ΣΥΡΙΖΑ την χώρα. Και όταν ιδιωτικοποιούνταν ο ΟΛΠ και ο ΟΤΕ οι δυνάμεις του λαϊκισμού μας έλεγαν ότι θα συμβούν όλες οι πληγές του Φαραώ. Τελικά απεδείχθη ότι ούτε οι εργαζόμενοι έπαθαν τίποτα, και δημιουργήθηκαν περισσότερες θέσεις εργασίας και καλλίτερες υπηρεσίες προσφέρονται στο κοινό.

Εξ άλλου με τις διορθώσεις του ΠΑΣΟΚ στο νομοσχέδιο για την μικρή ΔΕΗ που απεδέχθη η κυβέρνηση και τα δικαιώματα των εργαζομένων και τα αντισταθμιστικά οφέλη των τοπικών κοινωνιών που έχουν εργοστάσια και εγκαταστάσεις της ΔΕΗ και η τιμολογιακή πολίτικη έναντι των καταναλωτών διασφαλίζονται.

Άρα, η απεργία είναι αδικαιολόγητη. Πίσω της βρίσκεται η επιδίωξη του ΣΥΡΙΖΑ για έφοδο με στόχο την αντιδημοκρατική ανατροπή της κυβέρνησης. Οι άνθρωποι δεν το κρύβουν, το λένε φόρα παρτίδα.Και ο Τσίπρας έχει αναλάβει αυτοπροσώπως τον ρόλο του Φωτόπουλου και ηγείται της απεργίας.

Για τον σκοπό αυτό θέλουν να θέσουν σε κίνδυνο την ζωή και την υγεία των πολιτών εν μέσω καύσωνα, να καταστρέψουν τον τουρισμό, να ταλαιπωρήσουν την κοινωνία και να ανακόψουν την ανάκαμψη της οικονομίας.

Προκειμένου να πάρει ο Τσίπρας και η ομάδα λαϊκιστών και σταλινικών που τον περιβάλει την εξουσία, «γαία πυρί μειχθύτω».

Βέβαια και αυτή η απόπειρα εφόδου, όπως και τόσες άλλες, θα πέσει στο κενό. Το νομοσχέδιο δεν υπάρχει περίπτωση να μην περάσει. Είναι υποχρέωση την χώρας απέναντι στην ΕΕ από εικοσαετίας και προαπαιτούμενο για την εκταμίευση των δόσεων.

Έτσι λοιπόν αφού θα έχουν βασανίσει σαδιστικά την κοινωνία οι εργατοπατέρες θα γυρίσουν σαν κότες στις δουλειές τους. Όμως το πρόβλημα είναι πιο σύνθετο. Αν κοινωνία και πολιτεία δεν υψώσουμε τοίχο αδιαπέραστο απέναντι στον ποικιλόχρωμο ολοκληρωτισμό, το μέλλον θα έχει πολλή ξηρασία.

1 Ιουλ 2014

Προβληματική δικαστική εξουσία

Του Σταύρου Τσακυράκη, από  το ποτάμι
Το Μισθοδικείο έκρινε τις περικοπές των μισθών των δικαστικών λειτουργών αντισυνταγματικές και επιπλέον απένειμε και στους δικαστές το προνόμιο που έχουν οι βουλευτές να είναι αφορολόγητο το 25% του μισθού τους. Το ΣτΕ έκρινε αντισυνταγματικές τις περικοπές αποδοχών των ενστόλων, το Ελεγκτικό Συνέδριο αντισυνταγματικές τις περικοπές των συνταξιούχων δικαστικών. Επεται η κρίση για τις περικοπές όλων των ειδικών μισθολογίων.
Είναι πια φανερό ότι η δικαστική εξουσία θεωρεί ότι έχει την αρμοδιότητα να καθορίζει το μισθολόγιο του Δημοσίου και κατ’ επέκταση ένα μεγάλο μέρος της δημοσιονομικής πολιτικής της χώρας. Φυσικά, από καμία συνταγματική διάταξη δεν προκύπτει η δικαιοδοσία της να καθορίζει τους μισθούς και τις συντάξεις του Δημοσίου. Εχει «υφαρπάξει» αυτήν την αρμοδιότητα και το έχει κάνει με τρόπο αυθαίρετο και προκλητικό.
Στο παρελθόν, από τις στήλες της «Κ» έχω ασκήσει κριτική στις σχετικές αποφάσεις και δεν σκοπεύω να το επαναλάβω. Περιορίζομαι να πω ότι πρόκειται για νομικές κατασκευές, που απλούστατα δεν είναι υποστηρίξιμες. Στο μέλλον, θα αποτελούν υπόδειγμα αυθαιρεσίας και μόνο με τη γενική κρίση που διέρχεται η κοινωνία μας θα μπορούν να κατανοηθούν.
Εκ των πραγμάτων, έχει διαμορφωθεί μια κατάσταση μέσα στην οποία η δικαστική εξουσία διεκδικεί ιδιαίτερο πολιτικό ρόλο. Από μία άποψη είναι, βεβαίως, ειρωνικό ότι η πλέον αποτυχημένη κρατική λειτουργία αναδεικνύεται σε αποφασιστικό πολιτικό παράγοντα. Πράγματι, όπως είναι γνωστό, η δικαστική λειτουργία αδυνατεί να επιτελέσει το βασικό έργο της, δηλαδή να επιλύει τις διαφορές των πολιτών μέσα σε εύλογο χρόνο. Δεν έχουμε απλώς καθυστέρηση εκδίκασης των υποθέσεων, αλλά ευρείας έκτασης αρνησιδικία. Η τεράστια δυσλειτουργία της επιχειρείται να καλυφθεί με έναν δίχως αρχές ακτιβισμό, που επιδιώκει να φαίνεται αρεστός στην κοινή γνώμη.
Το χειρότερο είναι ότι χρησιμοποιώντας παραδοσιακά επιχειρήματα για ανεξαρτησία της δικαστικής λειτουργίας, οι δικαστές απορρίπτουν κάθε ιδέα ελέγχου και θεσμοθετημένης παρέμβασης από τις άλλες εξουσίες. Η μόνη παρέμβαση που προβλέπεται σήμερα είναι ο διορισμός της ηγεσίας των ανωτάτων δικαστηρίων από την κυβέρνηση. Και σε αυτήν, όμως, αντιδρούν, υποστηρίζοντας ότι πρέπει να τηρείται η επετηρίδα ή να εκλέγουν οι ίδιοι την ηγεσία τους.
Με άλλα λόγια, επιδιώκουν μια εντελώς ανέλεγκτη εξουσία από ανθρώπους που αρχίζουν τη σταδιοδρομία τους από τη Σχολή Δικαστών και στη συνέχεια, ακολουθώντας μια δημοσιοϋπαλληλική πορεία, φτάνουν με την πάροδο του χρόνου στα ανώτατα αξιώματα. Αυτοί οι άνθρωποι θέλουν να καθορίζουν οι ίδιοι τους μισθούς και τις συντάξεις τους, τις προαγωγές τους, την ηγεσία τους και το κυριότερο να αποφαίνονται τελικά για κάθε κοινωνικό ζήτημα, από το ύψος των προστίμων για παράνομο παρκάρισμα μέχρι τη δημοσιονομική πολιτική της χώρας. Κι αν κάποιος τους ασκήσει κριτική, εξανίστανται και τον κατηγορούν ότι δεν σέβεται τη Δικαιοσύνη, την ίδια στιγμή που οι συνδικαλιστικές ενώσεις τους κατακεραυνώνουν κάθε λίγο και λιγάκι τη νομοθετική ή την εκτελεστική εξουσία.
Στις συζητήσεις που γίνονται για την αναθεώρηση του Συντάγματος, οι διάφορες αναζητήσεις για μια ισορροπία στη λειτουργία του πολιτεύματος αφορούν άλλα πολιτειακά όργανα, τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τη Βουλή ή την κυβέρνηση. Αν, όμως, οι διαπιστώσεις που προανέφερα είναι ορθές, τότε το μεγάλο ζητούμενο της αναθεώρησης πρέπει να είναι ο επαναπροσδιορισμός της δικαστικής εξουσίας και η σχέση της με τις άλλες λειτουργίες του κράτους.
Δεν είναι της στιγμής οι λεπτομερείς προτάσεις, αλλά πρέπει να καταλάβουμε ότι χρειάζεται να επανεξετάσουμε αμέσως όλο το πλέγμα σύνθεσης, οργάνωσης και αποτελεσματικής λειτουργίας της Δικαιοσύνης.
Να αρχίσουμε από τα Ανώτατα Δικαστήρια και να εξετάσουμε τις αρμοδιότητές τους.
Να σκεφτούμε το ενδεχόμενο κατάργησης ορισμένων Δικαστηρίων (π.χ. του Μισθοδικείου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, οι δικαστικές αρμοδιότητες του οποίου μπορεί να απορροφηθούν από τα διοικητικά δικαστήρια).
Να προβλέψουμε τον διορισμό της ηγεσίας όχι μόνον των ανωτάτων δικαστηρίων, αλλά και των εφετείων, από μια επιτροπή της Βουλής ή από κάποιο άλλο όργανο της πολιτείας έπειτα από δημόσια ακρόαση των υποψηφίων, όπου θα συζητούνται οι επιδόσεις τους και οι αποφάσεις που έχουν λάβει. Από το ίδιο όργανο να υπάρχει η δυνατότητα διορισμού επιφανών νομικών ως δικαστών σε εφετεία και ανώτατα δικαστήρια ώστε να πάψει η αποκλειστικότητα της δημοσιοϋπαλληλικής σταδιοδρομίας.
Η απονομή της δικαιοσύνης στη χώρα μας αποδεικνύει ότι πολλές φορές τα μεγάλα προβλήματα δεν οφείλονται ούτε στα χρήματα που ξοδεύουμε ούτε στον αριθμό των ανθρώπων που απασχολούνται με αυτήν. Οι δικαστές μας ανά κάτοικο είναι περισσότεροι από αυτούς άλλων χωρών και οι αποδοχές τους οι υψηλότερες του Δημοσίου. Πιστεύει κανείς ότι κάτι θα αλλάξει αν διπλασιάσουμε τον αριθμό τους ή τις αποδοχές τους; Αλλος δρόμος από ριζικές μεταρρυθμίσεις δεν υπάρχει.