"Όσο αυξάνεται η γνώση μειώνεται το εγώ, ενώ όσο μειώνεται η γνώση αυξάνεται το εγώ!"

27 Ιουν 2014

Μεταρρυθμιστικό μέτωπο τώρα!

Του Γιάννη Μεϊμάρογλου, από τη μεταρρύθμιση


Ο κυβερνητικός ανασχηματισμός ήρθε να σφραγίσει, με τον πιο επίσημο τρόπο, μια μακρά περίοδο διστακτικότητας, παλινωδιών και αντίστασης σε ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις που θα χτυπούσαν τις αιτίες του «κακού» στη ρίζα του. Η ελπίδα ότι οι αναγκαίες και επείγουσες αυτές μεταρρυθμίσεις θα μπορούσαν να γίνουν με βάση ένα δικό μας σχέδιο ανάπτυξης, αποδείχτηκε μια ακόμη μεγάλη αυταπάτη, τόσο από την ίδια τη σύνθεση της νέας κυβέρνησης, όσο και από τα πρώτα δείγματα γραφής της: Αξιολόγηση και κινητικότητα στις καλένδες, επαναπροσλήψεις και αποκαταστάσεις... ενστόλων και δικαστικών αδικιών βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή. Μέχρι και οι φοιτητικές μετεγγραφές επανήλθαν στο προσκήνιο. Η ενθρόνιση του λαϊκισμού έγινε με τον πιο εκκωφαντικό τρόπο!
Ο διαχωρισμός «μνημόνιο - αντιμνημόνιο» λειτούργησε αποπροσανατολιστικά και με μόνο στόχο τη ματαίωση κάθε μεταρρυθμιστικής προσπάθειας, ενώ η αντιπαράθεση μεταξύ Κεντροαριστεράς και Κεντροδεξιάς δεν ανταποκρίνεται σήμερα στην ανάγκη των μεγάλων αλλαγών που απαιτούνται. Η κυρίαρχη αντίθεση, η κόκκινη γραμμή που διαπερνά οριζόντια την κοινωνία και τα κόμματα, είναι η διάκριση ανάμεσα στις μεταρρυθμιστικές δυνάμεις και τις δυνάμεις του άκρατου λαϊκισμού. Από την έκβαση της σύγκρουσης αυτής θα κριθεί αν θα μπορέσει η Ελλάδα να βαδίσει τον δρόμο της προοδευτικής ανάπτυξης ή αν θα συνεχίσει να βυθίζεται στον βάλτο της ακινησίας. Και η κρίσιμη αυτή σύγκρουση δεν μπορεί να κερδηθεί, παρά από ένα συμπαγές και αποφασισμένο μεταρρυθμιστικό μέτωπο!
Οι πρόσφατες ευρωεκλογές έδειξαν ότι οι δυνάμεις που θα αποτελέσουν τη μαγιά του μετώπου αυτού υπάρχουν.
Είναι ένα σημαντικό μέρος των δυνάμεων που στήριξαν το εγχείρημα της Ελιάς, εντός και εκτός ΠΑΣΟΚ, είναι οι δυνάμεις της «μεταρρυθμιστικής τάσης» της ΔΗΜΑΡ, που δείχνουν να απεγκλωβίζονται από μια αδιέξοδη πολιτική, είναι τα δεκάδες στελέχη του προοδευτικού χώρου που προβληματίζονται και ανησυχούν για το βάλτωμα των μεταρρυθμίσεων και την πορεία της χώρας, είναι δυνάμεις της Δράσης και γενικότερα του φιλελεύθερου χώρου. Σημαντικό ρόλο μπορεί να παίξει το Ποτάμι, που αναμένεται στο συνέδριό του να συγκεκριμενοποιήσει και να επικυρώσει τη μεταρρυθμιστική του κατεύθυνση. Και βέβαια, δεν πρέπει να παραβλέψει κανείς δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ, που ασφυκτιούν με τις σημερινές αδιέξοδες επιλογές της ηγεσίας του, αλλά και μεταρρυθμιστικές φωνές που υψώνονται στον κεντροδεξιό χώρο!
Η άμεση συγκρότηση ενός ισχυρού μετώπου, στη βάση ενός προγράμματος αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, είναι η μόνη που μπορεί να αποτρέψει την επικράτηση του δικομματικού λαϊκισμού στη διακυβέρνηση και στο μέλλον της χώρας.

25 Ιουν 2014

Με πλώρη προς το παγόβουνο πάλι η Ελλάδα...



Η ατολμία του πολιτικού συστήματος να τινάξει από την αιχμαλωσία τους πελάτες, τους συνδικαλιστές και τις συντεχνίες οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια το μισοβουλιαγμένο ελληνικό σκαρί στο παγόβουνο.

Ενώ η χώρα βουλιάζει από φόρους και εισφορές, κυβέρνηση και αντιπολίτευση αρνούνται να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της δραστικής μείωσης των φόρων και των εισφορών, γιατί κάτι τέτοιο συνεπάγεται την αντίστοιχη μείωση των κρατικών δαπανών οι οποίες κατά τα 2/3 αφορούν μισθούς και συντάξεις.

Βρισκόμαστε ήδη στο μέσον της τελευταίας εβδομάδας υποβολής των δηλώσεων για το φόρο εισοδήματος και από τους 5,7 εκατ. υπόχρεους, δηλώσεις έχουν υποβάλει 3,1 εκατ. περί το 57%...

Θάχει ενδιαφέρον να δούμε πως σε 3-4 εργάσιμες μέρες θα υποβάλλουν δηλώσεις τα υπόλοιπα 2,5 εκατ. φορολογούμενοι. Μετά την υποβολή θάχει ενδιαφέρον πόσοι από τους δηλωθέντες φόρους θα αποδοθούν και πόσοι θα πάνε στις ανεξόφλητες οφειλές.

Από  την έναρξη των διατάξεων, τον Ιούλιο του 2013 έως σήμερα, το 39,9% των οφειλετών του ΙΚΑ και το 43% των οφειλετών του ΟΑΕΕ δεν εξυπηρετούν τις δόσεις τους.

Η εικόνα είναι χειρότερη στις ασφαλιστικές εισφορές όπου 4 στους 10 οφειλέτες του ΙΚΑ και του ΟΑΕΕ δεν πληρώνουν παρότι έχουν ενταχθεί σε ρυθμίσεις. 

Η αδυναμία ανταπόκρισης στις ρυθμίσεις σημαίνει πως οι διοικήσεις θα έχουν επιπλέον ελλείμματα από αυτά που υπολόγιζαν, κάτι που θα έχει αντανάκλαση αμέσως στον προϋπολογισμό.

Κάθε μήνα που περνά όμως πάνω από 1 δισ. ευρώ προϋπολογιζόμενα έσοδα προστίθενται στις ανεξόφλητες οφειλές, λόγω αδυναμίας πληρωμής τους.

Η κυβέρνηση αντιμετωπίζει τη χιονοστιβάδα διαπραγματευόμενη με την τρόικα την αύξηση των δόσεων. Αύξηση των δόσεων όμως σημαίνει πως στις περσινές υποχρεώσεις που δεν μπορούν να πληρωθούν προστίθενται και οι φετινές.

Η αξιωματική αντιπολίτευση εξαγγέλλει την ίδια πολιτική που εφαρμόζει η κυβέρνηση. Με άλλα λόγια συν διάφορα ηχηρά καλολογικά στοιχεία για την πάταξη την φοροδιαφυγής των πλουσίων, το όριο προσδιορισμού των οποίων κατεβαίνει συνεχώς.

Χαρακτηριστικό είναι πως πριν ένα μήνα περίπου ο αποπεμφθής κ. Θεοχάρης είχε εξαγγείλει την μηνιαία παρακράτηση προκαταβολικά του φόρου εισοδήματος από την καταβολή του μισθού...

Στις προτάσεις που εξήγγειλε προχθές ο ΣΥΡΙΖΑ επί της ουσίας κυριαρχεί η ίδια φιλοσοφία αφού απλά ορίζει το ανώτατο όριο μηνιαίας καταβολής χρεών, που είναι 0% μέχρι τα 750 ευρώ, 15% του μισθού μέχρι 1.500 ευρώ και 20% από εκεί και πάνω...

Τα χρέη στα οποία δεν αντιστοιχεί μηνιαία δόση καταβολής (λόγω του ύψους των εισοδημάτων), δεν διαγράφονται αλλά «παγώνουν» (δεν προστίθενται προσαυξήσεις, ούτε λαμβάνει οποιοδήποτε μέτρο είσπραξης η εφορία) μέχρι οι υπόχρεοι να βρεθούν σε οικονομική κατάσταση, η οποία θα τους επιτρέπει την σταδιακή έστω, εξόφλησή τους.

Η σύνδεση της δόσης με ένα εισόδημα που βρίσκεται σε φθίνουσα τροχιά δεν αλλάζει τίποτα στην αύξηση του ρυθμού αδυναμίας πληρωμής των φόρων. 

Τα κόμματα της παρασιτοκρατίας που χρεοκόπησε τη χώρα στη μεταπολίτευση αδυνατούν να διαρρήξουν τους πελατειακούς δεσμούς μαζί της και να χαράξουν ένα ρεαλιστικό σχέδιο εξόδου.

Επί της ουσίας κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση κινούνται στην ίδια γραμμή πλεύσης, κάτι που άλλωστε συμβαίνει στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες. Δημόσια διχαστική ρητορική και επί του πρακτέου η ίδια γραμμή διακυβέρνησης που επιβάλλεται από τον ασφυκτικό έλεγχο στην πολιτική ζωή των κρατικοδίαιτων μιας οικονομικής ολιγαρχίας, των πελατών των κομμάτων στο δημόσιο και των κρατικοδίαιτων επίσης συντεχνιών. 

Η ώρα της αλήθειας όμως πλησιάζει καθώς το μοντέλο ήταν φανερό εδώ και πολλά χρόνια πως δεν είναι βιώσιμο, διεσώθη από την τρόικα το 2010 με την υπόσχεση πως θα αλλάξει και οδηγείται εκ νέου συντριβή όπως δείχνει ο ρυθμός αύξησης των ανεξόφλητων οφειλών προς το δημόσιο.

Κατά τις πρόσφατες Ευρωεκλογές η κυβέρνηση απώλεσε τη μεσαία τάξη και σημαντική εκλογική δύναμη. Η αξιωματική αντιπολίτευση καίτοι υποσχόταν τα πάντα σε όλους, ήρθε πρώτη γιατί απλά κατέγραψε μικρότερες απώλειες. Αμφότερες τελούν υπό πανικό.

Η κυβέρνηση μετά τις πρόσφατες Ευρωεκλογές αποφάσισε να αντιπαρατεθεί στην αντιπολίτευση με πλειοδοσία λαϊκισμού, εκεί δηλαδή που καμιά κυβέρνηση δεν μπορεί να κερδίσει, όπως η πραγματικότητα δεν μπορεί να ξεπεράσει την ανέξοδη φαντασία. 

Η αντιπολίτευση αντελήφθη τα όρια του μηδενιστικού λαϊκισμού που εκπέμπει και ήδη τα πρώτα ρήγματα είναι ορατά.

Ο ανασχηματισμός αντί να ωθήσει τα πράγματα προς κάποια διέξοδο παραλύει την κυβέρνηση, βάζοντας τη χώρα σε μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο.

Το κλίμα αυτό αναμένεται να επιδεινώσει προσεχώς την κατάσταση των εσόδων και των εισφορών, με τρόπο πολλαπλάσιο της σκιάς που έριξαν στην οικονομική δραστηριότητα οι πρόσφατες εκλογές.

22 Ιουν 2014

O λαϊκισμός διατρέχει οριζόντια τα κόμματα


Αλ. Παπαδόπουλος: Ενας δρόμος υπάρχει. Η συγκρότηση ενός αντιποπουλίστικου - αντιπερονικού δημοκρατικού μετώπου από τις απαράδεκτα αργούσες και σχολάζουσες σήμερα πρωτοπόρες κοινωνικές δυνάμεις που υπάρχουν στην επικράτεια.
Συνέντευξη στον Βασίλη Νέδο, από την Καθημερινή
Τον δρόμο των μεταρρυθμίσεων, του ρεαλισμού και του ορθολογισμού απέναντι στον «ιδεολογικά πολυμορφικό λαϊκισμό» θεωρεί μοναδική λύση για τη διάσωση της χώρας ο κ. Αλέκος Παπαδόπουλος. Αυτός ο δρόμος θα πρέπει να οδηγήσει στη συγκρότηση ενός «αντιποπουλιστικού - αντιπερονικού δημοκρατικού μετώπου», από κοινωνικές δυνάμεις οι οποίες υπάρχουν, αλλά όπως λέει, αργούν «απαράδεκτα».
Στη συνέντευξη, την οποία παραχωρεί σήμερα στην «Κ», ο πρώην υπουργός απορρίπτει τον όρο «Κεντροαριστερά» ως «τεχνικό και απολίτικο» και τονίζει, αντιθέτως, την ανάγκη να προκύψει ένας δεύτερος πόλος «απέναντι σε όλο το λαϊκίστικο σύστημα». Δεν φιλοδοξεί να έχει κάποιον οργανικό ρόλο, ωστόσο επισημαίνει πως θα βοηθήσει με όλες τις δυνάμεις του. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι δύο «γνωστοί κομματικοί πόλοι» δεν είναι παρά οι «δύο όψεις του ίδιου νομίσματος», ενώ επισημαίνει πως ο λαϊκισμός «διατρέχει οριζόντια» όλα τα κόμματα.

Ο κ. Παπαδόπουλος θεωρεί τον ανασχηματισμό επιστροφή σε ένα καθεστώς «χαμηλής πολιτικής διαχείρισης», ενώ χαρακτηρίζει «πολιτικό σκάνδαλο» την απομάκρυνση του κ. Αθ. Τσαυτάρη. Εκτιμά ότι η Ελλάδα δεν είναι ακόμη έτοιμη να εξέλθει στις αγορές «παρά μόνο τεχνητά», προειδοποιώντας ότι αν η σημερινή κυβέρνηση ή η αντιπολίτευση πέσουν ξανά στην παγίδα του δανεισμού, τότε «θα οδηγήσουν τη χώρα σε μια νέα καταστροφική περιπέτεια».

– Πώς είδατε τον τελευταίο ανασχηματισμό;

– Μετά μία διετή προσπάθεια της κυβέρνησης να διατηρηθεί η χώρα στην Ευρωζώνη, δυστυχώς ο ανασχηματισμός αυτός την επαναφέρει σε καθεστώς χαμηλής πολιτικής διαχείρισης. Αυτό προκύπτει τόσο από πρόσωπα που επελέγησαν όσο κυρίως από τα ψελλίσματα για χαλάρωση της δημοσιονομικής προσαρμογής, εγκατάλειψη του Μνημονίου και άλλα φληναφήματα που προέρχονται από την εκπαιδευμένη πλέον φύση του ελληνικού λαϊκισμού που διατρέχει οριζόντια όλα, χωρίς εξαίρεση, τα ελληνικά πολιτικά κόμματα.

– Για εκείνους που έφυγαν;

– Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση που ξεπερνά τα όρια της πολιτικής ηθικής και γίνεται ύβρις είναι η απομάκρυνση ίσως του καλύτερου μεταπολεμικού υπουργού Γεωργίας, Αθανασίου Τσαυτάρη. Είναι ο άνθρωπος ο οποίος, πέραν των άλλων, τίμησε την Ελλάδα και αναγνωρίστηκε διεθνώς για την καθοριστική συμβολή του στη συγκρότηση της νέας ΚΑΠ, όπως επίσης και για τη συμβολή του στην προετοιμασία για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Ενωσης της συμφωνίας με τις ΗΠΑ. Προσωπικά δεν τον γνωρίζω και δεν τον έχω συναντήσει ποτέ μου. Ωστόσο, όταν απομακρύνονται χωρίς κριτήριο τέτοιοι άνθρωποι απλώς για να χωρέσουν στην κυβέρνηση κάποιοι άλλοι, τότε δεν μπορείς παρά να φοβάσαι για τη μελλοντική πορεία της χώρας. Η περίπτωση της απομάκρυνσης Τσαυτάρη είναι το χειρότερο πολιτικό σκάνδαλο του ανασχηματισμού αυτού.

– Δηλαδή, φοβάστε ότι επανερχόμαστε στις παλαιές εποχές;

– Ακουσα πολλά περί μηνυμάτων των πρόσφατων εκλογών. Η βασιλεύουσα ιδεολογία του ποπουλισμού προσπαθεί με όλα και σε όλα τα μέσα να μας πείσει ότι το μήνυμα είναι «να αλλάξουν οι πολιτικές». Προφανώς εννοούν να επανέλθουμε σε εκείνες τις πολιτικές που μας οδήγησαν στο σημερινό κατάντημα, δηλαδή του πολιτικού ναρκισσισμού, της δημοκοπίας, του ψευδοπροοδευτισμού, της άρνησης των πολιτικών προσαρμογής, τις προσωποποιημένες αντιλήψεις της πολιτικής, της εντυπωσιοθηρίας, της οικοδόμησης ευημερίας όχι πάνω στον μόχθο και στην προσπάθεια, αλλά σε δάνεια κεφάλαια κ.λπ. Δεν αντιλαμβάνονται φυσικά ότι αυτές οι πολιτικές θα οδηγήσουν τη χώρα αυτή τη φορά στην τελική συντριβή της, ότι θα δώσουν στον λαό το τελειωτικό χτύπημα αν υιοθετηθούν. Οι «πολιτικές» αυτές που προτείνουν οι λαϊκιστές δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα φρικαλέο πολιτικό εμπόριο πάνω στα θύματα της χρεοκοπίας, στην οποία μας οδήγησαν και οι δυνάμεις που σήμερα μας παρουσιάζονται αθώοι, ζηλωτές του λαού και λυτρωτές του.

– Ποιο ήταν το μήνυμα τελικά;

– Οι ευρωεκλογές, ναι, μήνυμα έδωσαν. Οτι η χώρα μπήκε σε μια άγνωστης χρονικής διάρκειας περίοδο πολιτικού αδιεξόδου. Οι δύο γνωστοί μας κομματικοί πόλοι που θα συγκρουστούν στις επόμενες βουλευτικές εκλογές δεν θα μπορούν να δώσουν βιώσιμη κυβέρνηση, γιατί είναι στην ουσία ένας πραγματικός πόλος με ίδιες αντιλήψεις για το μέλλον της χώρας. Είναι απλά οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Είναι γνωστό ότι consensus και βιώσιμη κυβερνητική συνεργασία δεν μπορεί να παράξει ο ποπουλισμός. Στις επόμενες βουλευτικές εκλογές θα συγκρουστεί η λαϊκίστικη Δεξιά με τον αριστερό ιδεοληπτικό λαϊκισμό. Τα διάφορα δε «ρυάκια» που ξέκοψαν από τις δύο αυτές κομματικές κοίτες ή θα χαθούν μέσα στη στέπα ή θα ξαναεπιστρέψουν στην παλιά τους κοίτη. Ο οικονομικός και κοινωνικός κίνδυνος από τη διαφαινόμενη πολιτική ακινησία και αβεβαιότητα είναι ορατός.

Τεχνικός και απολίτικος ο όρος Κεντροαριστερά
– Εσείς τι προτείνετε να γίνει;

– Η Ελλάδα μπορεί να βρει τον δρόμο της ανάταξης αν απέναντι στον κυρίαρχο σήμερα ιδεολογικά πολυμορφικό λαϊκισμό αντιπαρατεθεί μια άλλη εντελώς διαφορετική και εκ διαμέτρου αντίθετη πολιτική και πολιτισμική αντίληψη, που θα αναλάβει την ανασυγκρότηση της χώρας ακολουθώντας ένα σαφή και συγκεκριμένο δημοκρατικό και μεταρρυθμιστικό δρόμο με ρεαλισμό και ορθολογισμό. Αυτό δεν θα προκύψει ποτέ με τη δημιουργία μιας αναπαλαιωμένης πολιτικής δύναμης, η οποία θα κινείται στον χώρο ανάμεσα στη σημερινή Δεξιά και την Αριστερά, που κάποιοι την ονομάζουν με τον τεχνικό και απολίτικο όρο «Κεντροαριστερά». Αυτό που πρέπει να προκύψει είναι ένας άλλος δεύτερος πόλος απέναντι σε όλο το λαϊκίστικο σύστημα, απέναντι σε όλες τις παλιές και παρηκμασμένες διαιρέσεις του.

– Πώς ακριβώς το εννοείτε;

– Η χώρα δεν μπορεί να συνεχίσει να ηττάται σε όλα τα επίπεδα και ο λαός να τιμωρείται εξαιτίας ενός άρρωστου πολιτικού συστήματος και μιας ατελούς ευρωπαϊκής οντότητας. Ενας δρόμος υπάρχει. Η συγκρότηση ενός αντιποπουλίστικου - αντιπερονικού δημοκρατικού μετώπου από τις απαράδεκτα αργούσες και σχολάζουσες σήμερα πρωτοπόρες κοινωνικές δυνάμεις του ρεαλισμού και του ορθολογισμού που υπάρχουν στην επικράτεια. Μόνο έτσι θα απαλλαγεί η Ελλάδα από τα είδωλα της λαϊκής πλάνης που εντρυφούν και βασιλεύουν δεκαετίες σε όλο το σημερινό κομματικό σύστημα και σε όλες τις λεγόμενες ηγέτιδες τάξεις της χώρας, που είναι βαθιά ιδιοτελείς, ατροφικές και επικίνδυνες στην πλειοψηφία τους. Μόνο έτσι μπορεί η Ελλάδα να γίνει ένα κανονικό, σύγχρονο, ευρωπαϊκό κοινωνικό κράτος, με μια ιεραρχημένη αξιακά κοινωνία. Διαφορετικά η χώρα και οι νεότερες γενιές της θα συντριβούν και μάλιστα «θερισμένες και αναπολόγητες» ανάμεσα στις δεξιές, κεντρώες και αριστερές αποχρώσεις του ελληνικού λαϊκισμού.

– Και ποιοι θα το κάνουν αυτό;

– Τη θέση μου αυτή την υποστηρίζω χρόνια. Τώρα, μπροστά στο διαφαινόμενο πολιτικό αδιέξοδο και τις μεγάλες επιπτώσεις που θα προκύψουν εις βάρος του ανύποπτου λαού, και μάλιστα σε μια χώρα που λόγω της αποθεσμοποίησής της δεν έχει τις στοιχειώδεις δυνατότητες ευαίσθητων χειρισμών των δυσμενών καταστάσεων, εκτιμώ ότι ξαφνικά και αποφασιστικά οι πρωτοπόρες δυνάμεις του ορθολογισμού και της εξωστρέφειας της χώρας θα μπουν σε μια διαδικασία αφύπνισης, αυτοσυνειδησίας και ανάγκης αντίδρασης για λόγους ύπαρξης και επιβίωσης της κοινωνίας. Ισως αυτά ακούγονται μακρινά και θεωρητικά, αλλά σας διαβεβαιώ ότι δεν είναι.

– Εσάς ποιος θα είναι ο ρόλος σας;

– Οπως είναι γνωστό, αποχώρησα αυτοβούλως, με δική μου δύσκολη απόφαση, από την κοινοβουλευτική ζωή της χώρας τον Σεπτέμβρη του 2009. Διατηρώ και ασκώ το δικαίωμα να διατυπώνω τις απόψεις μου για την τύχη της χώρας μου. Δεν επιφυλάσσω στον εαυτό μου κανένα λειτουργικό ρόλο. Αν τυχόν προκύψει μια νέα ζωτική για τη χώρα και τους ανθρώπους της προσπάθεια στην κατεύθυνση αυτή, θα βοηθήσω όσο μπορώ, με όλες μου τις δυνάμεις.

Χωρίς εξωτερική βοήθεια η χώρα δεν ζει
– Μετά από τέτοια που λέτε, να περιμένετε πάντως σκληρή κριτική...

– Είναι βέβαιον και αδιαφορώ. Ημουν στο πολιτικό σύστημα και άσκησα σημαντικές κυβερνητικές ευθύνες κυρίως στη δεκαετία του ’90. Εχω κατ’ επανάληψη πει ότι έχω κάνει λάθη και εγώ και έχω το δικό μου μερίδιο κυρίως αντικειμενικής ευθύνης. Επειδή οι απόψεις που διατύπωσα παραπάνω θα ενοχλήσουν ξανά κάποιους διαμεσολαβητές του εξουσιαστικού λαϊκισμού, θα ήθελα να τους πω από τώρα να πάψουν επιτέλους να παριστάνουν τους εισαγγελείς - προστάτες του λαού. Να το καταλάβουν όλοι τους. Αλλοθι δεν υπάρχει για κανένα, είτε κυβέρνησαν τη χώρα είτε όχι. Οι ευθύνες δεν είναι ούτε γενικευμένες ούτε διάχυτες. Φυσικά κλιμακώνονται στον χρόνο και κατανέμονται αναλογικά σε φορείς και σε πρόσωπα. Να καθήσει ο καθένας από τους ταγούς της δήθεν λαϊκοφροσύνης, που σήμερα υποδύονται τους κήνσορες, το βράδυ στο μαξιλάρι του να αναλογιστεί και τις δικές του προσωπικές ευθύνες ή και τις συλλογικές ευθύνες του κόμματος που ανήκει για το κατάντημα της χώρας. Να τελειώνουμε επιτέλους με το ύπουλο και τρομοκρατικό θράσος τους να απαλλάσσουν από τη μία μεριά τον εαυτό τους και από την άλλη να καταλογίζουν ευθύνες σε όλους τους άλλους και μάλιστα με ποινή αποκλεισμού διατύπωσης λόγου ακόμα και σε όσους έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου της επερχόμενης καταστροφής αρκετά χρόνια πριν, τότε που οι ίδιοι τους λοιδορούσαν, τους διέσυραν και τελικώς τους εξοστράκισαν από τη δημόσια ζωή, ενώ αυτοί ρήμαζαν και συνεχίζουν να ρημάζουν με τον παραπλανητικό λαϊκισμό τους το φρόνημα του λαού μας.

– Η κυβέρνηση προαναγγέλλει έξοδο από το Μνημόνιο...

– Η κυβέρνηση κάνει το λάθος, αλλά στο ίδιο μήκος κύματος είναι και η αντιπολίτευση, να πιστεύει ότι μπορεί να εξέλθει η χώρα από τον διεθνή έλεγχο (Μνημόνιο) αναζητώντας χρήματα για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών των επόμενων ετών από τη διεθνή κεφαλαιαγορά. Η Ελλάδα δεν είναι ακόμα έτοιμη να βγει οργανικά, παρά μόνον τεχνητά, στις διεθνείς αγορές για δανεισμό. Πράγματι, υπάρχει πλεονάζουσα ρευστότητα και οι διεθνείς κερδοσκόποι επιδιώκουν να τη διοχετεύσουν και στην Ελλάδα με επιτόκια σε κάθε περίπτωση συμφέροντα γι’ αυτούς, όπως έκαναν ήδη με την Πορτογαλία. Δυστυχώς και οι δύο αυτές χώρες δεν βλέπουν ότι με αυτή τη λογική επανέρχονται στην αφετηρία της «εν ευφορία» καταστροφής τους, τότε που έβγαιναν με ευκολία στις αγορές και δανείζονταν τεράστια ποσά που τους οδήγησαν τελικά στη χρεοκοπία. Εάν η σημερινή κυβέρνηση ή και η αντιπολίτευση πέσουν σε αυτή την παγίδα, του δις εξαμαρτείν, προειδοποιώ ότι θα τους καταλογιστούν τεράστιες πολιτικές και προσωπικές ευθύνες και ότι ο πέλεκυς θα είναι βαρύς εάν οδηγήσουν τη χώρα σε μια νέα καταστροφική περιπέτεια, ακολουθώντας μια τέτοια ανεύθυνη πολιτική.

– Ναι, αλλά η Πορτογαλία αυτοαποδεσμεύθηκε από το Μνημόνιο...

– Τους εύχομαι να μη γυρίσουν ταπεινωτικά κάποια στιγμή στον «θείο». Η ελληνική κυβέρνηση πιστεύει ότι το μαξιλάρι των 11 δισ. που είναι παρακατατεθειμένο για την κεφαλαιακή ενίσχυση των ελληνικών τραπεζών θα καταφέρει να το χρησιμοποιήσει για την κάλυψη των μελλοντικών χρηματοδοτικών κενών, ώστε να μη χρειαστεί νέο δάνειο από την τρόικα και έτσι να απαλλάξει δήθεν τη χώρα και το λαό από τις δεσμεύσεις του Μνημονίου. Πρόκειται περί γιγάντιας εθνικής αφέλειας. Θα δουν τα αποτελέσματα των νέων stress test των τραπεζών το φθινόπωρο και θα διαπιστώσουν την πλάνη τους.

Ας μη βαυκαλίζονται κυβέρνηση και αντιπολίτευση. Παρά τις προσπάθειες των δύο τελευταίων ετών, θα περάσουν πολλά χρόνια μέχρι να αποκτήσει η χώρα σταθερά δημοσιονομικά πεδία. Τα χρηματοδοτικά κενά των επόμενων ετών θα είναι μεγάλα και βρόχος ταυτόχρονα. Η χώρα χρειάζεται ταυτόχρονα με τη λογιστική αναδιευθέτηση του χρέους να εξασφαλίσει και ετήσιες κεφαλαιακές ροές από κάθε πηγή της τάξης περίπου των 12 δισεκατομμυρίων ευρώ. Χωρίς εξωτερική βοήθεια η χώρα δεν επιβιώνει. Ας μην καλλιεργεί το σημερινό πολιτικό σύστημα ψευδαισθήσεις στον λαό. Θα περάσουμε δύσκολα χρόνια.

– Πολλοί θα σας πουν νεοφιλελεύθερο...

– Η εξαφάνιση από τη χώρα του καταστροφικού λαϊκισμού δεν σημαίνει και υιοθέτηση της ιδεολογίας του νεοφιλελευθερισμού. Αυτό το επιχείρημα είναι η τελευταία άμυνα των λαϊκιστών. Τα έχουμε ξανακούσει αυτά. Οι κοινωνικές πραγματικότητες στην Ελλάδα αποκλείουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Η Ελλάδα ούτε από την πειθαρχία του καπιταλισμού πέρασε, ούτε η οικονομία της οργανώθηκε στη βάση της προτεσταντικής ηθικής, ούτε συγκροτημένη οικονομία έχει, ούτε η κοινωνία της ολοκληρώθηκε πολιτικά και πολιτισμικά. Εμείς πρέπει να προχωρήσουμε μέσα στην Ευρώπη και τον κόσμο με τις δικές μας ιδεολογικές δυνάμεις και με βάση τις πολιτικές και κοινωνικές μας ιδιαιτερότητες. Αυτό που πιστεύω, αλλά και η νέα αντιπαραθετική αντίληψη απέναντι στον λαϊκισμό επιβάλλει, είναι το κοινωνικό κράτος και η προστασία των ασθενέστερων να μην αναγορεύονται σε ανταγωνιστικό πολιτικό εμπόρευμα προεκλογικής ελπίδας, θωπείας και κομματικής φιλανθρωπίας προς τα ασθενέστερα στρώματα, αλλά να αποτελούν αυτονόητο οργανικό αποτέλεσμα μιας νέας θεσμικής λειτουργίας της χώρας, έξω και πέρα από τη μέχρι σήμερα προσβλητική και ταπεινωτική για τον λαό μας κομματική μεγαθυμία.

16 Ιουν 2014

Ευτυχώς η μεγάλη κεντροαριστερά μας τέλειωσε

του Λεωνίδα Καστανά, από το blog μη μαδάς τη μαργαρίτα

Ουδέν νεώτερο από το μέτωπο της Κεντροαριστεράς. Οδεύοντας προς τις βουλευτικές εκλογές δεν αναμένονται εξελίξεις στο μεσαίο και πολύπαθο αυτό χώρο. Το ΠαΣοΚ θα επιβιώσει ως μια μικρή σοσιαλδημοκρατική δύναμη κυβερνητικής σταθερότητας προσφέροντας τις καλές του υπηρεσίες σε όποιον πάρει την εντολή. Στόχος του η επιβίωση των μηχανισμών, των στελεχών και όσων τέλος πάντων δικών του έχουν μάθει να εξαρτώνται από το κράτος. Τα ηγετικά στελέχη της ΔΗΜΑΡ θα καταφύγουν είτε στο ΣΥΡΙΖΑ είτε στην ΕΛΙΑ είτε στο ΠΟΤΑΜΙ, χωρίς να προκαλέσουν πολιτικό γεγονός. Το ΠΟΤΑΜΙ θα προσπαθήσει να εκφράσει ένα μέρος των δυνάμεων του αριστερού φιλελευθερισμού και έχει όλα τα φόντα να το πετύχει, αρκεί να βρει βηματισμό  μετά το 1ο του συνέδριο. Το πνεύμα συνεργασίας που φέρνει το κάνει ιδιαίτερα χρήσιμο για τη χώρα. Το μέλλον έχει μόνο κυβερνήσεις συνεργασίας. Τα υπόλοιπα είναι πια ιστορία. Ο μεσαίος χώρος καλύπτει ένα 15% του εκλογικού σώματος. Ωστόσο υπάρχουν εντός του πολλές και αποκλίνουσες πολιτικές απόψεις και συμπεριφορές που καθιστούν  ανώφελη και ευτυχώς αδύνατη οποιαδήποτε διαδικασία μορφοποίησης ενός κοινού σχήματος.  Φιλελεύθεροι αριστεροί και μη, λαϊκιστές σοσιαλδημοκράτες, διαρκώς ανανεούμενοι σοσιαλιστές της ανανέωσης, και άνθρωποι της κοινής λογικής είναι μάλλον αδύνατον να τα βρουν. Θα ζήσουμε και χωρίς τη μεγάλη Κεντροαριστερά.  

Μια τέτοια εξέλιξη φαντάζει γενικά επώδυνη για τα πολιτικά μας πράγματα αλλά αν το δούμε ρεαλιστικά δεν είναι. Η Κεντροαριστερά για την οποία πασχίσαμε όλο το προηγούμενο διάστημα ακόμα και αν πραγματοποιείτο με κάποιο θαύμα δεν θα ήταν με τίποτα μια μεταρρυθμιστική προοδευτική δύναμη. Θα λειτουργούσε απλά ως συμπλήρωμα και άλλοθι της Δεξιάς και της Αριστεράς, παρατάξεων εξόχως αντιμεταρρυθμιστικών και πελατειακών. Κόμματα όπως η ΔΗΜΑΡ και το ΠαΣοΚ απέδειξαν με τον πιο διάφανο τρόπο ότι περί άλλων τυρβάζουν. Η ΔΗΜΑΡ αναζητεί δήθεν το αριστερό πρόσημο στις μεταρρυθμίσεις πράγμα που πολιτικά ερμηνεύτηκε ως η προσπάθεια διάσωσης των πιο άθλιων δομών του ελληνικού κράτους. Καμιά απόλυση, καμιά διαθεσιμότητα, καμιά αναδιάρθρωση (βλέπε ΕΡΤ) καμιά ιδιωτικοποίηση ( βλέπε νερά, ΔΕΗ) που να σημαίνει αλλαγή παραδείγματος. Το ΠαΣοΚ ακόμα και σήμερα αγωνίζεται να στηρίξει το χάλι της διοίκησης των πανεπιστημίων, τα κλειστά επαγγέλματα, την προσοδοθηρία, την καταστροφή των αιγιαλών. Παρενοχλεί τη ΝΔ όταν πρόκειται να θιγούν τα συμφέροντα των πελατών του, αλλά δε λέει τίποτα για την φοροδιαφυγή που οργιάζει. Σιωπά μπροστά στις 2500 περιπτώσεις μεγάλων φοροφυγάδων εκ των οποίων ελέγχθηκαν μόνο οι 54 και στα 100.000 εμβάσματα εξωτερικού και φυγής κεφαλαίων αρκετών δις. Είπαμε να πληρώσουν όλοι αλλά τελικά πληρώνουν μόνο οι αδύναμοι.  

Η ελληνική κοινωνία δεν έχει ανάγκη από ντεμέκ μεταρρυθμιστές. Δεν έχει ανάγκη πλέον και από ανάλογες συζητήσεις που απλά συσκοτίζουν την εικόνα και δίνουν την ευκαιρία στους υποκριτές, στους πλαστούς, στους επαγγελματίες κρατικοδίαιτους να διαφεύγουν και να ανανεώνουν τη δημόσια εικόνα τους. Εξάλλου οι ίδιοι οι πολίτες αποδεικνύουν καθημερινά ότι αγαπούν αυτό το πολιτικό σύστημα έστω και αν το βρίζουν στα καφενεία. 16% του εκλογικού σώματος επέλεξε στις ευρωεκλογές κόμματα που σίγουρα θα είχαν κάτω από 3% τα περισσότερα των οποίων είναι αντικοινοβουλευτικά, εθνικιστικά  και λαϊκίστικα που διακινούν θεωρίες συνομωσίας. Η επερχόμενη σύγκρουση θα γίνει αναγκαστικά σε συνθήκες ακραίας πόλωσης με τους δύο μονομάχους να διεκδικούν την μερίδα του λέοντος. Δικαίως. ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ  είναι οργανωμένα κόμματα με σαφή ιδεολογικό προσανατολισμό, εθνολαϊκιστική ρητορική, πελατειακή λογική και ευρωπαϊκή προσήλωση με τις ανάλογες υποσημειώσεις που την ακυρώνουν στην πράξη. Δεν είναι ομάδες ατάκτων. Ο λαός αυτούς αγαπά και εμπνέετε από τα οράματά τους. Και όσοι τους μισούν θανάσιμα επιλέγουν το φασισμό.  

Μπροστά σε όλους αυτούς η δήθεν «απολιτίκ» εικόνα του ΠΟΤΑΜΙΟΥ, το αίτημα της πολιτικής χωρίς πολιτικούς, η διαφυγή από τη διάκριση Δεξιάς και Αριστεράς αποπνέουν πραγματική υγεία και δίνει ελπίδες σε ένα μικρό μέρος του εκλογικού σώματος που τη βλέπει αλλιώς μα τόσο αλλλιώς. Υπάρχουν ακόμα κάποιοι ζωντανοί στην πολιτική σκηνή που εννοούν αυτά που λένε και κάποιοι που τους ακούν.

Θεσμική αναξιοπιστία


Του Διομήδη Σπινέλλη, από την Καθημερινή


Ευτυχώς, ζούμε σε μια χώρα με θεσμούς αντίστοιχους των πιο προηγμένων χωρών στον κόσμο. Δυστυχώς όμως, ζούμε σε μια χώρα όπου η αξιοπιστία των θεσμών βρίσκεται σε τριτοκοσμικά επίπεδα. (Ο χαρακτηρισμός αυτός αδικεί ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες που σε συγκεκριμένους δείκτες κατατάσσονται σε καλύτερες θέσεις από την Ελλάδα.) Να μερικά παραδείγματα θεσμών και πώς αυτοί δεν λειτουργούν στην Ελλάδα.

Ενώ έχουμε Σύνταγμα, αυτό αναθεωρήθηκε πρόχειρα το 1986, το 2001 και το 2008. Ενώ έχουμε δημοκρατία, κρίσιμοι νόμοι εφαρμόζονται ως πράξεις νομοθετικού περιεχομένου χωρίς να περάσουν από τη Βουλή, και λίγες μόνο διατάξεις αναρτώνται για διαβούλευση στον ιστότοπο OpenGov. Ενώ έχουμε κράτος δικαίου, δικαστικές υποθέσεις παίρνουν πάνω από δέκα χρόνια για να τελεσιδικήσουν. Ενώ έχουμε υπογράψει συνθήκες για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του περιβάλλοντος, τα ανθρώπινα δικαιώματα καταπατώνται βάναυσα στις υπερφορτωμένες φυλακές μας και το περιβάλλον μας καταστρέφεται από τις χωματερές και την αυθαίρετη δόμηση. Έχουμε το Ελεγκτικό Συνέδριο και την Τράπεζα της Ελλάδος, αλλά το κράτος και οι τράπεζές μας έφτασαν αμέριμνα στο χείλος της χρεοκοπίας. Έχουμε ανεξάρτητες ρυθμιστικές αρχές και έτσι, για παράδειγμα, τα χρήματα που πληρώνονται από τον κρατικό προϋπολογισμό σε κάθε δημόσιο υπάλληλο δεν είναι διαθέσιμα, επειδή η αρμόδια Αρχή θεωρεί τα δημόσια αυτά δεδομένα «προσωπικά». Φορολογούμαστε για δωρεάν δημόσια παιδεία, ενώ παράλληλα ξοδεύουμε δισεκατομμύρια κάθε χρόνο σε φροντιστήρια και δεκάδες χιλιάδες Ελληνόπουλα σπουδάζουν στο εξωτερικό. Πληρώνουμε αδρά για ένα Εθνικό Σύστημα Υγείας στις υπηρεσίες του οποίου δεν έχουν πρόσβαση οι άνεργοι. Θεσπίσαμε ανεξάρτητη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων, αλλά ο προϊστάμενός της, που για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας έπιασε τους στόχους των εσόδων, εμφανίζεται να παραιτήθηκε στην αρχή της πενταετούς θητείας του, επειδή εφάρμοζε τους (αλλοπρόσαλλους) νόμους που είχε ψηφίσει η Βουλή. Αποκτήσαμε Εθνικό Συντονιστή για την καταπολέμηση της διαφθοράς, αλλά, αν και  είμαστε  στις  χειρότερες  θέσεις της  διεθνούς κατάταξης, αυτός διαμαρτύρεται ότι δεν του παρέχονται οι πόροι για την καταπολέμησή της.

Πού οφείλεται αυτή η απογοητευτική κατάσταση, και τι μπορούμε να κάνουμε για να την βελτιώσουμε; Οι λόγοι συμπυκνώνονται σε τρεις λέξεις: αδιαφορία, αναξιοκρατία, αντιδράσεις.

Ξεκινώ με την αδιαφορία. Οι θεσμοί είναι η βάση μιας σύγχρονης οργανωμένης κοινωνίας. Όμως οι πολιτικοί, τα μέσα ενημέρωσης, και εμείς οι πολίτες, αντί να ασχολούμαστε καθημερινά, οργανωμένα και με πείσμα για να βελτιώσουμε την εφαρμογή τους, ασχολούμαστε με τα δευτερεύοντα. Έτσι, για παράδειγμα, αντί να επικεντρωθούμε σε δράσεις που θα βελτιώσουν την κάκιστη κατάσταση της παιδείας μας, κοιτάζουμε τα θέματα των πανελληνίων εξετάσεων. Παράλληλα, πολλοί βάζουμε το πετραδάκι μας στη γενικευμένη ανομία λ.χ. με παραβιάσεις του ΚΟΚ ή κάπνισμα σε δημόσιους χώρους. Δυστυχώς, επιδεικτικές πρωτιές σ’ αυτά εμφανίζουν και δημοφιλείς πολιτικοί μας που ορκίστηκαν να υπακούουν στο Σύνταγμα και τους νόμους.

Η αναξιοκρατία στην επιλογή και ανταμοιβή αυτών που υπηρετούν τους θεσμούς είναι ο δεύτερος πυλώνας του προβλήματος. Όταν οι προϊστάμενοι δεν προάγονται και δεν επιλέγονται αξιοκρατικά από ανοικτές προσκλήσεις, αλλά διορίζονται με κομματικά και τοπικιστικά κριτήρια, όταν υπουργοί που συγκρούστηκαν με συμφέροντα αντικαθίστανται από λαϊκιστές, όταν οι αμοιβές αυτών που υπηρετούν σε θέσεις ευθύνης ή παράγουν αξιοσημείωτο έργο έχουν συμπιεστεί σε εξευτελιστικά επίπεδα, όταν εκλέγονται τηλεοπτικοί μαϊντανοί αντί αυτών που παράγουν έργο, είναι αναμενόμενο οι θεσμοί να υφίστανται μόνο κατ’ όνομα. Μάλιστα, η αναξιοκρατία οδηγεί σε έναν φαύλο κύκλο, όπου και όταν υπάρχουν ευκαιρίες οι άξιοι αδιαφορούν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η θέση του προέδρου του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης, η οποία πρόσφατα χρειάστηκε να προκηρυχθεί στο OpenGov για δεύτερη φορά από την αρχή του χρόνου.

Ο τρίτος και σημαντικότερος λόγος της καταρράκωσης των θεσμών μας είναι οι αντιδράσεις. Αντιδράσεις πολιτικών που όταν δουλεύουν οι θεσμοί αυτοί δεν μπορούν να κάνουν τα ρουσφέτια τους, αντιδράσεις πολιτών που δεν αντιλαμβάνονται ότι ο θεσμός που καταπατούν σήμερα είναι αυτός που θα τους προστατεύσει αύριο, αντιδράσεις οργανωμένων συμφερόντων που έχουν βολευτεί και κερδίζουν σε βάρος όλων μας κινούμενα εξωθεσμικά.

Κάτι που ίσως δεν είναι προφανές είναι ότι από την αναξιοπιστία των θεσμών βλάπτονται οι πιο αδύναμοι. Αυτοί με τη λιγότερη μόρφωση, τα λιγότερα χρήματα, τις λιγότερες γνωριμίες, είναι αυτοί που βασίζονται για να τα βγάλουν πέρα σε ένα κράτος όπου λειτουργούν οι θεσμοί. Για τον λόγο αυτό είναι ηθικό χρέος των πολιτικών μας, αντί να σαμποτάρουν τους θεσμούς, να τους υπηρετούν παραδειγματικά και, σε κάθε ευκαιρία, να εξηγούν στους πολίτες τη σημασία τους. Εμείς όλοι πάλι, οφείλουμε να σεβόμαστε με ευλάβεια τους θεσμούς, να απαιτούμε διαρκώς την αποτελεσματική εφαρμογή τους και να ψηφίζουμε τους πολιτικούς που θα κάνουν το ίδιο.

14 Ιουν 2014

Φτιάχνοντας την τέλεια καταιγίδα


Του Πάσχου Μανδραβέλη, από την Καθημερινή.

Πολύ λογικά ο κ. Ανδρέας Λοβέρδος ζήτησε χρόνο για να μην πάρει δυσάρεστες αποφάσεις με τους διοικητικούς των ΑΕΙ. Εκλογές έρχονται και θα χρειαστεί κάθε ψήφο όχι μόνο για να βγει βουλευτής, αλλά με μία ακόμη πρωτιά στη Β΄ Αθηνών αποκτά πλεονέκτημα στον αγώνα για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Είναι λογικό σε μια δημοκρατία ένας βουλευτής να προσπαθεί να επανεκλεγεί διά της υπουργίας του, όπως είναι λογικό και θεμιτό και στους ψηφοφόρους να τον επανεκλέξουν και μάλιστα ψηλά. Το ίδιο λογικό και θεμιτό θα είναι να εκλέξει τον ΣΥΡΙΖΑ για να χρεοκοπήσει τη χώρα. Όχι γιατί θα κάνει όσα υπόσχεται, αλλά διότι μέχρι να τα βρουν οι συνιστώσες για την οικονομική πολιτική και να καταλάβουν σε ποιο διεθνές περιβάλλον κινούνται, όλα μπορεί να συμβούν.

Σημειώνουμε όλα αυτά τα λογικά και θεμιτά, γιατί θα είναι υποκριτικές οι μέλλουσες κατάρες στις πλατείες των «Αγανακτισμένων», οι μούντζες στη Βουλή και οι προπηλακισμοί όσων εκλέξαμε. Μέχρι σήμερα δεν έγινε καμιά συγκέντρωση διαμαρτυρίας για τις σπατάλες του Δημοσίου (π.χ. η λειτουργία υπουργείου Μακεδονίας-Θράκης ή η επαναφορά των ακριβών παρελάσεων από τον κ. Δημήτρη Αβραμόπουλο), αλλά διαρκώς έχουμε συγκινητικές δηλώσεις και δυναμικές διαδηλώσεις για κάθε βήμα εξορθολογισμού του Δημοσίου.

Μας θυμίζουν τίποτε όλα αυτά; Μήπως το success story της μοιραίας πενταετίας του κ. Κώστα Καραμανλή με τη δημιουργία Αγροφυλακής και τις δικαστικές αποφάσεις για να παίρνουν -στο πλαίσιο της ισότητας- σύνταξη εκτός από τις άγαμες θυγατέρες και οι άγαμοι υιοί; Να σημειώσουμε εδώ ότι όπως προκύπτει από την 1584/2014 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που ακύρωσε τη διαθεσιμότητα στο υπουργείο Οικονομικών, και το πρόβλημα με τις καθαρίστριες εδράζεται στην υπουργική θητεία του κ. Προκόπη Παυλόπουλου και συγκεκριμένα στις αποφάσεις για μονιμοποίηση όλων των συμβασιούχων.

Όπως και να έχει το ζήτημα, κυβέρνηση και αντιπολίτευση έχοντας ορατό το ενδεχόμενο των εκλογών δημιουργούν τις συνθήκες της τέλειας καταιγίδας, όπως ακριβώς το 2008. Ας ελπίσουμε ότι οι αλκυονίδες ημέρες στις διεθνείς αγορές θα συνεχιστούν· τα ελληνικά spreads θα συνεχίσουν να υποχωρούν λόγω παρεμβάσεων Ντράγκι· δεν θα γίνει καμιά στραβή είτε με τη Γαλλία είτε με τους λαϊκιστές του Βορρά. Έτσι για να δικαιωθεί αυτή τη φορά η αισιοδοξία πολλών κυβερνητικών στελεχών και σύσσωμης της αντιπολίτευσης ότι η οικονομία μας είναι θωρακισμένη.

9 Ιουν 2014

Είχε προειδοποιήσει για το μεγάλο χρέος



Του Γιάννη Παλαιολόγου, από την Καθημερινή.

Ο Αλέκος Παπαδόπουλος ήταν ένας από τους λίγους πολιτικούς που υπηρέτησαν σε κορυφαίες θέσεις και προειδοποιούσαν με συγκεκριμένο και επιτακτικό τρόπο για την καταστροφή που έρχεται. Στο νέο βιβλίο που δημοσιεύει, με τίτλο «Πολεμώντας τον επόμενο πόλεμο» (Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις), το οποίο συνίσταται σε «εκ των προτέρων σχολιασμό όσων συμβαίνουν σήμερα», όπως γράφει, περιλαμβάνονται κάποιες από τις προειδοποιήσεις αυτές, μεταξύ των οποίων δύο αδημοσίευτες και ιδιαίτερα σημαντικές. Η πρώτη, σε μορφή υπομνήματος προς τον πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη, έχει ημερομηνία 21 Αυγούστου 1996. Η δεύτερη χρονολογείται από τις 19 Δεκεμβρίου του 2004, με αποδέκτη τον τότε αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Γιώργο Παπανδρέου.

Η επιστολή προς τον κ. Σημίτη συντάσσεται λίγες μέρες πριν από την προκήρυξη των εκλογών του Σεπτεμβρίου του 1996, με σκοπό, όπως γράφει στο βιβλίο ο κ. Παπαδόπουλος -υπουργός Οικονομικών τότε- να θέσει προτεραιότητες για μια ενδεχόμενη νέα κυβερνητική θητεία του ΠΑΣΟΚ. Ο κ. Παπαδόπουλος ξεκινά σημειώνοντας ότι «υποβόσκει μια γενική πολιτική κρίση» που επεκτείνεται στην οικονομία και την κοινωνία και που καθίσταται «εκρηκτικά επικίνδυνη» εξαιτίας της άγνοιας της ύπαρξής της μεταξύ τόσο της κοινής γνώμης όσο και των ηγετικών στελεχών του κυβερνώντος κόμματος.

Παρά τις επιτυχίες της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ μετά το 1993, τις οποίες συνοψίζει ως την αποτροπή της εθνικής χρεοκοπίας και τη λήψη των εύκολων πρώτων μέτρων στη μακρά πορεία σύγκλισης για την ΟΝΕ, ο κ. Παπαδόπουλος τονίζει ότι είναι «λάθος και ψεύδος» η άποψη ότι η Ελλάδα έχει μπει σε μια τροχιά αυτοτροφοδοτούμενης επιτυχίας. Η οικονομία «παραμένει στην κατάσταση μιας επιχείρησης με αρνητική καθαρά θέση που κατορθώνει να αποτρέψει την πτώχευση μόνο επειδή βυθίζεται βαθύτερα στο χρέος». Οπως τονίζει, με έντονους χαρακτήρες: «Εχουμε φτάσει στο σημείο να αυξάνουμε το χρέος μόνο και μόνο για να πληρώνουμε τους τόκους του χρέους». Τέτοιες εξελίξεις, όπως παρατηρεί, καθιστούν ανέφικτη την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ και την οδηγούν στο περιθώριο της Ευρώπης.

Σημειώνοντας ότι η χώρα «ουσιαστικά δεν κυβερνιέται», ο τότε υπουργός Οικονομικών προτείνει δύο ειδών μέτρα: «Μέτρα άμεσης ανάσχεσης της εκφυλιστικής διαδικασίας του τόπου και μέτρα μεσοπρόθεσμης ανασύνταξης του κράτους». Στην πρώτη κατηγορία κατατάσσει μέτρα για την αυστηροποίηση και τη μηχανογράφηση της φορολογικής διοίκησης, πάγωμα μισθών και προσλήψεων, κατάργηση επιδομάτων και φοροαπαλλαγών. Αναφέρει μάλιστα ως «δυναμική λύση» για το μισθολογικό κόστος του Δημοσίου τη «μείωση των αριθμών» και τη «μισθολογική αναβάθμιση ενός πολύ μικρότερου αριθμού πολύ πιο αποτελεσματικών υπαλλήλων». Στη δεύτερη κατηγορία εντάσσει δέσμη μέτρων για τον εκσυγχρονισμό της κεντρικής διοίκησης, της Αυτοδιοίκησης, του ευρύτερου δημόσιου τομέα, της παιδείας, των Ενόπλων Δυνάμεων και των δημόσιων επενδύσεων.

Προς Γ. Παπανδρέου

Οκτώ χρόνια αργότερα, απλός βουλευτής πια, έχοντας απογοητευτεί από τα πρώτα δείγματα γραφής της κυβέρνησης Καραμανλή αλλά και ανήσυχος για το «ασαφές στίγμα» της οικονομικής θεώρησης του ΠΑΣΟΚ, ο κ. Παπαδόπουλος γράφει στον νέο πρόεδρό του μεταφέροντας «μερικές σκέψεις και προτάσεις για την ελληνική οικονομία». Το υπόμνημα ξεκινάει με την επισήμανση ότι «παρά τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης των τελευταίων χρόνων, η ελληνική οικονομία δεν παρουσιάζει αναπτυξιακό δυναμισμό», καθώς η αύξηση του ΑΕΠ «οφείλεται κυρίως στην εγχώρια ζήτηση παρά στην αύξηση της παραγωγικότητας ή των καθαρών εξαγωγών».

Ο κ. Παπαδόπουλος στο υπόμνημά του ασκεί κριτική στην πολιτική αυξήσεων στον δημόσιο τομέα της δεύτερης κυβέρνησης Σημίτη (2000-4). Παρατηρεί δε ότι, από άποψη διαχείρισης προσδοκιών για την εποχή συμμετοχής στην ΟΝΕ, αυτή ήταν η κρίσιμη περίοδος και συνεπώς ο «ευκαιριακός χαρακτήρας» της διαχείρισης της οικονομίας στα χρόνια αυτά «δημιουργεί μονιμότερα πολιτικά προβλήματα για τη διαμόρφωση μιας νέας οικονομικής πολιτικής».

Στη συνέχεια της επιστολής, ο κ. Παπαδόπουλος καταπιάνεται λεπτομερώς με το ζήτημα της αξιοπιστίας των δημοσιονομικών στοιχείων της χώρας. Σημειώνει μάλιστα ότι «η εικόνα που αναδύεται στην περίπτωση της Ελλάδος εγείρει πολλά ερωτήματα σε σχέση με τη διαφάνεια των στοιχείων», ενώ τονίζει ότι «η χώρα αποδείχθηκε ανίκανη να αντιμετωπίσει το δημοσιονομικό της πρόβλημα», με αποτέλεσμα «το μέρισμα που προέκυψε από την ένταξη» στην ΟΝΕ (μείωση επιτοκίων) να εξανεμιστεί «από την αύξηση του ίδιου του χρέους». Οι δυσοίωνες δημοσιονομικές προοπτικές ήδη έχουν καταγραφεί από τους οίκους αξιολόγησης, γράφει στην επιστολή του ο κ. Παπαδόπουλος, ενώ κάνει αναφορά και στα spreads των ελληνικών ομολόγων, που κινούνταν τότε στα -παραδεισένια, υπό το φως των μετέπειτα εξελίξεων- επίπεδα των 20 μονάδων βάσης.

Στις προτάσεις του προς τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, ο Θεσπρωτός πολιτικός είναι ριζοσπάστης. Τονίζει ότι «τα βαθύτερα διαρθρωτικά προβλήματα αναδεικνύονται σε μεγάλες προτεραιότητες», αλλά ζητεί και τη θέσπιση «χρυσού κανόνα» στα δημοσιονομικά, που θα επιβάλλει ετήσια μείωση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ μεγαλύτερη από τον ρυθμό ανάπτυξης, χρήση των εσόδων από τις αποκρατικοποιήσεις για την αποπληρωμή χρέους και όχι την κάλυψη καταναλωτικών δαπανών και άλλα προωθημένα μέτρα στα οποία κώφευε το σύνολο του πολιτικού συστήματος.

Για πολλά χρόνια στην Ελλάδα, πολλοί δεν ήξεραν και πολλοί που ήξεραν δεν μιλούσαν. Το πιο τραγικό από όλα, όμως, ήταν ότι υπήρχαν αυτοί που ήξεραν και μιλούσαν – αλλά δεν τους άκουγε κανείς.

6 Ιουν 2014

Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι εγκλωβισμένος στην ίδια του τη στρατηγική!

Του Φώτη Γεωργελέ, από την athensvoice.gr
Ο ΣΥΡΙΖΑ νίκησε στις ευρωεκλογές. Αύξησε τους ευρωβουλευτές του. Κέρδισε και την περιφέρεια Αττικής. Ωραία; Όχι τόσο. Γιατί ένα κανονικό κόμμα θα έλεγε, θέλουμε να πάρουμε την πρώτη θέση στις ευρωεκλογές, να επεκτείνουμε την επιρροή μας στην τοπική αυτοδιοίκηση, να αυξήσουμε τις δυνάμεις μας ώστε να διεκδικήσουμε την κυβέρνηση στις επόμενες εθνικές εκλογές. Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως δεν λέει αυτό. Λέει, να μετατρέψουμε τις ευρωεκλογές στο δημοψήφισμα για το μνημόνιο που ποτέ δεν έγινε, στις 25 ψηφίζουμε, στις 26 φεύγουνε. Αλλά δεν φεύγουν. Οπότε η νίκη μετατρέπεται σε ολίγον ήττα. Οπότε, τη Δευτέρα πρέπει να ξεκινήσουν όλα από την αρχή στο επόμενο επίπεδο όξυνσης: Να μη διανοηθεί ο κ. Σαμαράς να κυβερνήσει. Κι αν διανοηθεί;
Ο ΣΥΡΙΖΑ βάζει συνεχώς αλλού τον πήχη. Η κοινωνία θέλει να διαμαρτυρηθεί, να ενισχύσει την αντιπολίτευση, να δοκιμάσει κι άλλες δυνάμεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ παίζει άλλο επιτραπέζιο. Ζητάει να ξαναπαίξουμε το παιχνίδι, να δούμε, μήπως ήταν καλύτερη τακτική το 4-2-4; Μήπως έπρεπε να κάνουμε ό,τι στην Κύπρο; Μήπως να γίνουμε Αργεντινή; Άσε καλύτερα. Η κοινωνία κακήν κακώς πέρασε έναν κάβο, πέρασαν 4 χρόνια, μειώθηκαν τα ελλείμματα, μείναμε στην Ευρώπη. Θέλει ηρεμία, θέλει ησυχία, θέλει να επουλώσει τις πληγές της και να δει τι θα κάνει από δω και πέρα. Η αξιωματική αντιπολίτευση της ξαναβάζει το δίλημμα του 2010. Με αποτέλεσμα τη στασιμότητα. Η νίκη μεταφράζεται σε λιγότερα ποσοστά από το 2012. Το εκλογικό σώμα δεν θέλει συνέχεια εκλογές, θέλει συνεργασίες. Ο ΣΥΡΙΖΑ ζητάει το ανάποδο. Με αποτέλεσμα όλοι να νικάνε και όλοι να χάνουν.
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι εγκλωβισμένος στην ίδια του τη στρατηγική. Με ποιους θα συμμαχήσει για να κυβερνήσει; Με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ; Αδύνατον, αυτοί είναι υποτελείς της Μέρκελ, «λιγότερο Έλληνες», όργανα των δυνάμεων κατοχής, θα φύγουν με ελικόπτερο. Αν το κάνει θα γκρεμιστεί με πάταγο όλο το πολιτικό του οικοδόμημα 5 χρόνων. Και στο τέλος, αν είναι να συνεργαστεί τώρα, γιατί δεν συνεργαζόταν το 2012 που όλοι του ζητούσαν να μπει σε μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας;
Μήπως με το Ποτάμι του Σ. Θεοδωράκη; Φρόντισαν να τον κρεμάσουν στα περίπτερα, μαριονέτα της διαπλοκής, αχυράνθρωπο των συμφερόντων. Στην κατά ΣΥΡΙΖΑ πολιτική, οι αντίπαλοι είναι κατηγορούμενοι, έτοιμοι να οδηγηθούν στο εδώλιο του δικαστηρίου.
Αδιέξοδο. Βρίσκεται ανάμεσα, από τη μια, στις σοβαρές παρενέργειες που δημιουργεί μια παρατεταμένη περίοδος συνεχών ματαιώσεων και, από την άλλη, στο φόβο της φράσης «πρόσεχε τι εύχεσαι, μπορεί να πραγματοποιηθεί». Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει καταλάβει ότι το πρόβλημα δεν είναι ποιος θα γίνει κυβέρνηση. Όλοι έγιναν, τα μισά κόμματα του πολιτικού φάσματος έχουν περάσει από την κυβέρνηση. Αλλά το ποιος έχει ένα συνεκτικό σχέδιο για τη δημιουργία μιας καινούργιας χώρας. Αυτό είναι ένα ερώτημα το οποίο δεν απασχολεί κανέναν.
Στην πραγματικότητα, όσα λέγονται 4 χρόνια τώρα είναι σαχλαμάρες. Όλοι το ξέρουν. Τα πολιτικά μας κόμματα δεν είχαν τα εφόδια να αξιολογήσουν την κατάσταση. Ούτε υποψιάζονταν σε τι δύσκολη θέση βρισκόταν η Ευρώπη, σε πόσο ακόμα δυσκολότερη βρισκόταν η Ελλάδα. Τα κόμματα της τότε αντιπολίτευσης, στεγνά, μπακάλικα, έκαναν τους υπολογισμούς τους. Ο ΣΥΡΙΖΑ μαζί με τον «αρχιτέκτονα του αντιμνημονιακού μετώπου», τον Α. Σαμαρά και τη ΝΔ, έκαναν το μόνο που ήξεραν να κάνουν όλα τα ελληνικά κόμματα. Θα κατηγορούν το ΠΑΣΟΚ, θα κατηγορούν την Ευρώπη, θα φορτώνουν σε άλλους τα σκληρά μέτρα της αναγκαστικής λιτότητας, κακήν κακώς θα τα πάρουμε, θα έχουν φορτωθεί άλλοι το μουτζούρη, θα έρθουμε μετά εμείς να συνεχίσουμε αυτό που ξέραμε πάντα. Έκαναν φυσικά λάθος.
Και πρώτος το έχει καταλάβει ο Α. Σαμαράς ο οποίος υφίσταται τώρα τη φθορά με τη σειρά του. Το πρόβλημα δεν λύνεται με φόρους και μειώσεις μισθών. Δυστυχώς είναι πιο δύσκολο απ’ αυτό. Πρέπει να αλλάξουν πράγματα, να γίνουν αλλαγές σοκ σε όλα τα συστήματα αυτής της χώρας για να μπορέσει να επιβιώσει. Αλλαγές που κανείς δεν είναι διατεθειμένος να κάνει. Έτσι το πρόβλημα διαιωνίζεται. Κανείς δεν θα βρεθεί στην ευχάριστη θέση να κάνει άλλος τη δυσάρεστη δουλειά και να έρθει μετά αυτός σαν να μην τρέχει τίποτα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αρνείται να πάρει θέση σ’ αυτό το πρόβλημα. Είναι εγκλωβισμένος στο «αντιμνημονιακό μέτωπο» που ο ίδιος δημιούργησε και τώρα έχει μετατραπεί σε ένα τέρας που τον εμποδίζει να εξελιχθεί. Αναπαράγει συνεχώς μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης, πόλωσης, πολέμου με τους «υποτελείς», την Ευρώπη, τον κόσμο ολόκληρο. Βλέπει μάχες, προδότες, συνωμοσίες, εφόδους, παντού γύρω του. Οδηγεί συνεχώς τα πράγματα σε παροξυσμό, φοβούμενος ότι αν το κλίμα γίνει ομαλότερο, αν η χώρα γίνεται ξανά «κανονική», θα πάψουν να υπάρχουν οι συνθήκες που τον ανέδειξαν. Έτσι οξύνει συνεχώς την εκλογική ένταση, σαν να μην έχει κανένα άλλο πρόβλημα αυτή η χώρα και σαν αυτό να είναι και η λύση των προβλημάτων. Το πολεμικό κλίμα, η εμφυλιο-πολεμική ρητορική, διαβρώνει συνεχώς το εκλογικό σώμα και τροφοδοτεί τις ολοκληρωτικές και αντικοινοβουλευτικές απόψεις. Δεν είναι τυχαίο που ο μόνιμος κερδισμένος όλης αυτής της περιόδου είναι η ΧΑ. Όταν σπέρνεις φόβο, οργή, πόλωση, καχυποψία, θεωρίες συνωμοσίας, εισπράττεις μίσος. Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει βήματα προς την πραγματικότητα, το εξαγριωμένο κοινό στρέφεται σε πιο αυθεντικά άκρα για να εκφράσει την οργή και το μίσος. Όταν επιστρέφει στη ρητορική της πόλωσης, η κοινωνία τον επαναφέρει στη στασιμότητα, δεν μπορεί να τον εμπιστευτεί, δεν τον θεωρεί μέρος της λύσης. Τα αιτήματα της σταθερότητας, της συνεργασίας, αιτήματα κυρίαρχα της κουρασμένης κοινωνίας, βρίσκονται στον αντίποδα από την πολιτική της αντιπολίτευσης. Αν και αρχίζει να το καταλαβαίνει, φαίνεται εγκλωβισμένος στην πολιτική των τελευταίων χρόνων.
Μια μέρα μετά τις εκλογές ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ζητάει ξανά, για μία ακόμα φορά, την πολλοστή αυτά τα δύο χρόνια, εκλογές. Η ρητορική της όξυνσης συνεχίζεται με εκείνες τις συνηθισμένες για το ελληνικό πολιτικό σύστημα λεκτικές πιρουέτες: Το πρόσχημα της νομιμότητας έπεσε, δεν υπάρχει πολιτική νομιμοποίηση, χάθηκε η δεδηλωμένη, οι νόμοι είναι αντισυνταγματικοί, οι αποφάσεις είναι παράνομες, ο πρωθυπουργός δεν έχει δικαίωμα να κυβερνήσει. Φράσεις, λόγια, λεκτικές ακροβασίες, που όμως για την μπερδεμένη, συγχυσμένη, σε υπερένταση κοινή γνώμη δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να δικαιώνουν και να νομιμοποιούν τις αντικοινοβουλευτικές συμμορίες: Ένα μάτσο πράκτορες της Μέρκελ είναι ρε, υποτελείς, δεν υπάρχουν νόμοι, όλοι πουλημένοι είναι, παράνομοι, κλέφτες, που ’βαλαν φυλακή τους πραγματικούς «αντισυστημικούς», όχι σαν κι αυτούς τους γιαλατζί.
Μετά θα κάνουν μια εκπομπή για να αναλύσουν τα αίτια της ανόδου του φασισμού στην Ελλάδα. Η διάβρωση συνεχίζεται. Η πολιτική αντί να διαπαιδαγωγεί την κοινωνία, την αποτρελαίνει. Είναι συνεχώς αρνητική. Δεν προτείνει τίποτε θετικό, κατηγορεί συνεχώς κάποιους άλλους, πόσο κακοί είναι. Δεν τολμάει να πει αλήθειες, δεν μπορεί να πει τι πρέπει να γίνει. Αν και το ξέρει. Όλοι το ξέρουνε πια.
Ο ΣΥΡΙΖΑ νίκησε στις ευρωεκλογές αλλά δεν έκανε ούτε ένα βήμα προς την ενηλικίωσή του. Αργά ή γρήγορα θα πρέπει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Όσο το αφήνει τόσο δυσκολότερο γίνεται. Με κίνδυνο να γίνει κάποτε και πρόβλημα της χώρας. Η «στρατηγική της νίκης» δεν συνεπάγεται καθόλου ότι είναι η σωστή στρατηγική και για την κυβέρνηση μιας χώρας. Αυτό τουλάχιστον θα έπρεπε να το είχαν ήδη μάθει. Από τον Αντώνη Σαμαρά.